Η CIA σπρώχνει με διαρροές το μυστικό σχέδιο Τραμπ για ειρήνη με “ανάπηρη” Ουκρανία
Οι αποκαλύψεις για το… μυστικό ειρηνευτικό σχέδιο του Ντόναλντ Τραμπ συνεχίζονται, καθώς όπως φαίνεται οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ επιλέγουν αυτή την οδό για να προετοιμάσουν το έδαφος ώστε να ανοίξει η δημόσια και η πολιτική συζήτηση για το θέμα, πριν εμπλακεί ο Τραμπ σε νέο κύκλο διαβουλεύσεων.
Η αποκάλυψη του νέου ειρηνευτικού σχεδίου του νυν Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις τόσο στην Ουκρανία όσο και στην Ευρώπη, διαμορφώνοντας ένα νέο, αβέβαιο τοπίο γύρω από την εξέλιξη της σύγκρουσης.
Το σχέδιο, το οποίο φαίνεται να προέκυψε μέσα από απευθείας διαύλους επικοινωνίας μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων αξιωματούχων, επιχειρεί να διαμορφώσει μια γρήγορη πολιτική λύση με αντάλλαγμα σημαντικές παραχωρήσεις εκ μέρους του Κιέβου. Η αμερικανική προσέγγιση σηματοδοτεί μια στροφή από το μοντέλο μακροπρόθεσμης στήριξης προς μια στρατηγική επιβολής ρεαλπολιτίκ, η οποία εστιάζει στη σταθεροποίηση και όχι στη νίκη της Ουκρανίας.
Η ουκρανική κυβέρνηση αντιμετωπίζει μια ολοένα και πιο σύνθετη εσωτερική πραγματικότητα. Η κοινωνία, οι ένοπλες δυνάμεις και το πολιτικό σύστημα θεωρούν οποιαδήποτε συζήτηση περί παραχώρησης εδαφών ως παραβίαση της ίδιας της ιδέας της κυριαρχίας. Μέσα σε αυτό το κλίμα, το Κίεβο εμφανίζεται να διαπραγματεύεται υπό πίεση, αλλά ταυτόχρονα να επιχειρεί να εντάξει στα αμερικανικά κείμενα διασφαλίσεις που δεν θα το εξέθεταν σε στρατηγικό ακρωτηριασμό.
Την ίδια στιγμή, οι Ευρωπαίοι αρχίζουν να αποτιμούν τις επιπτώσεις ενός σχεδίου που φαίνεται να τους αιφνιδιάζει. Πολλές πρωτεύουσες, επισήμως συγκρατημένες, εκφράζουν μέσω παρασκηνιακών επαφών φόβους ότι μια συμφωνία που κατοχυρώνει τα ρωσικά εδαφικά κέρδη θα δημιουργήσει μια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας στην ήπειρο, πολύ πιο ευνοϊκή για τη Μόσχα και πολύ πιο επισφαλή για το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Το ενδεχόμενο μιας λύσης που παρακάμπτει το Κίεβο εντείνει τις ανησυχίες για διάρρηξη της δυτικής συνοχής.
Οι εδαφικές παραχωρήσεις πυρήνας του σχεδίου
Το σχέδιο του Τραμπ προβλέπει ότι η Ουκρανία θα αποσυρθεί από τα τμήματα των περιοχών Λουχάνσκ και Ντονέτσκ που εξακολουθεί να ελέγχει – περίπου το 14,5%, σύμφωνα με το Institute for the Study of War. Με αυτή την κίνηση, η Ρωσία θα αποκτούσε πλήρη διοικητική εξουσία σε όλο το Ντονμπάς, ακόμη και εκεί όπου δεν έχει στρατιωτικό έλεγχο σήμερα. Οι περιοχές από τις οποίες θα αποχωρούσαν οι ουκρανικές δυνάμεις θα μετατρέπονταν σε αποστρατιωτικοποιημένες ζώνες, με τον περιορισμό ότι η Ρωσία δεν θα μπορούσε να αναπτύξει μόνιμες στρατιωτικές δυνάμεις σε αυτές.
Στις περιοχές Χερσώνας και Ζαπορίζια, το σχέδιο προβλέπει διατήρηση των υφιστάμενων γραμμών επαφής, με ορισμένες μόνο περιορισμένες επιστροφές εδαφών στην Ουκρανία. Η λογική αυτής της ρύθμισης συνδέεται με το αμερικανικό αφήγημα περί «εξορθολογισμού» των διαπραγματεύσεων σε περιοχές όπου οι γραμμές μάχης έχουν σταθεροποιηθεί και όπου μια ανατροπή του status quo θεωρείται επιχειρησιακά και πολιτικά δυσανάλογη.
Επαναχάραξη συνόρων μέσα στξην Ευρώπη
Ένα από τα κεντρικά σημεία του σχεδίου αφορά την αμερικανική και ευρύτερη διεθνή αναγνώριση της ρωσικής κυριαρχίας στην Κριμαία και στο Ντονμπάς. Παρότι η Ουκρανία δεν θα υποχρεωνόταν να αναγνωρίσει επίσημα αυτές τις αλλαγές, η de facto επισημοποίηση τους από βασικές δυτικές δυνάμεις θα μεταβάλλει θεμελιωδώς το πλαίσιο του μεταπολεμικού χάρτη της Ανατολικής Ευρώπης.
Η συγκεκριμένη ρύθμιση δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα, όπου η Ουάσιγκτον επιχειρεί να ανταλλάξει τη διεθνή αναγνώριση των ρωσικών κεκτημένων με μια διαβεβαίωση αποτροπής για το μέλλον, προβάλλοντας την ιδέα ότι η «παγίωση» της κρίσης αποτελεί προϋπόθεση για τη σταθεροποίηση στην περιοχή. Η ουκρανική πλευρά θεωρεί αυτή την πρόβλεψη εξαιρετικά επικίνδυνη, καθώς υπονομεύει την αρχή της μη αναγνώρισης αλλαγών συνόρων δια της βίας.
Περιορισμοί για ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις
Στο κείμενο του σχεδίου περιλαμβάνονται αυστηρές ρυθμίσεις που περιορίζουν το μέγεθος και τις δυνατότητες των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων. Οι προβλέψεις αυτές περιλαμβάνουν μειώσεις στο συνολικό προσωπικό, στον όγκο των βαρέων οπλικών συστημάτων και, κυρίως, στους πυραύλους μακράς εμβέλειας. Η λογική αυτών των περιορισμών βασίζεται στην αντίληψη ότι η Ουκρανία, σε αντάλλαγμα για τις αμερικανικές εγγυήσεις, θα πρέπει να προσαρμοστεί σε ένα μοντέλο άμυνας χαμηλότερης έντασης.
Η στρατηγική συνέπεια αυτού του περιορισμού είναι ότι η Ουκρανία θα εισέλθει σε μια μακροχρόνια περίοδο μειωμένης αποτρεπτικής ικανότητας, ενισχύοντας την εξάρτησή της από τις δυτικές πολιτικές και στρατιωτικές δεσμεύσεις. Η αμερικανική υπόσχεση για «άμυνα έναντι περαιτέρω ρωσικής επιθετικότητας» παραμένει γενική και χωρίς σαφές επιχειρησιακό περιεχόμενο, γεγονός που εντείνει τον προβληματισμό τόσο στο Κίεβο όσο και στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Οι κινήσεις Ζελένσκι
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Αμερικανών και Ουκρανών αξιωματούχων δείχνουν ότι το Κίεβο κατέβαλε προσπάθεια να τροποποιήσει αρκετά σημεία του σχεδίου, εξασφαλίζοντας μικρές προσαρμογές που όμως δεν μεταβάλλουν τον πυρήνα της πρότασης. Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι έχει απορρίψει δημόσια και κατ’ επανάληψη όλες τις εδαφικές παραχωρήσεις, τονίζοντας ότι καμία ουκρανική κυβέρνηση δεν μπορεί να συναινέσει σε απώλεια εδαφών χωρίς να διακινδυνεύσει την εσωτερική της νομιμοποίηση.
Η ουκρανική κοινή γνώμη παραμένει σταθερά αντίθετη σε οποιαδήποτε μορφή υποχώρησης. Η κόπωση από τον πόλεμο δεν έχει μετατραπεί σε αποδοχή συμβιβασμού, γεγονός που περιορίζει δραστικά τη διαπραγματευτική ευελιξία της ουκρανικής ηγεσίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η σιωπή της Μόσχας λειτουργεί ως στρατηγική πίεση, αφήνοντας το Κίεβο να αντιδρά μόνο του απέναντι σε μια πρόταση που παρουσιάζεται ως «αναπόφευκτη».
Οι Ευρωπαίοι… ανησυχούν
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν το σχέδιο με έντονο σκεπτικισμό. Αρκετά κράτη-μέλη εκτιμούν ότι η αποδοχή των ρωσικών εδαφικών κερδών θα δημιουργήσει μια επικίνδυνη θεσμική κληρονομιά στην ευρωπαϊκή ασφάλεια. Η προοπτική ενός «παγώματος» του πολέμου χωρίς πραγματική επίλυση θεωρείται πιθανή πηγή νέων συγκρούσεων, ενώ η παράκαμψη της ευρωπαϊκής διπλωματίας από την αμερικανική πλευρά προκαλεί ανησυχία για τη συνοχή του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε.
Η ευρωπαϊκή διπλωματία προσπαθεί να διασφαλίσει ότι το Κίεβο δεν θα τεθεί εκτός διαδικασίας, καθώς κάτι τέτοιο θα νομιμοποιούσε την αντίληψη ότι η Ουκρανία αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ μεγάλων δυνάμεων. Ταυτόχρονα, αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες προειδοποιούν ότι μια λύση που επιβάλλεται άνωθεν κινδυνεύει να λειτουργήσει ως προοίμιο νέων εντάσεων στην περιφέρεια της Ευρώπης.



0 Σχόλια