Αποκάλυψη βόμβα: Τα lockdown ήταν φονικά, οδήγησαν σε οικονομική και κοινωνική καταστροφή, αλλά... επιμένει το κατεστημένο
Οι ίδιοι αυτοί που
διαμόρφωσαν τα μοντέλα μετάδοσης του ιού προέβλεπαν επίσης άνευ
προηγουμένου απώλειες ζωής στη Σουηδία αν αρνιόταν να επιβάλει lockdownε
ενώ τελικά η χώρα κατέγραψε έναν από τους χαμηλότερους δείκτες
υπερβάλλουσας θνησιμότητας στη δυτική Ευρώπη
H Bρετανική έκθεση Module 2 για την αξιολόγηση της δημόσιας πολιτικής κατά την υγειονομική κρίση του COVID-19, που δημοσιεύθηκε στις 21 Νοεμβρίου μετά την παρουσίαση της, φτάνει τις 800 σελίδες.
Καταλήγει — μάλλον προβλέψιμα — ότι θα έπρεπε να είχαν επιβληθεί lockdown νωρίτερα και αυστηρότερα.
Όποιος έχει δώσει προσοχή στους όρους συγκρότησης της Επιτροπής και στην επιλογή των μαρτύρων δύσκολα θα εκπλαγεί από ένα τέτοιο αποτέλεσμα.
Αλλά ακόμη και οι πιο «φανατικοί» υποστηρικτές των lockdown ίσως αναρωτηθούν γιατί θα έπρεπε να κοστίσει πάνω από 200 εκατομμύρια λίρες μία επιτροπή για να καταλήξει σε κάτι που μοιάζει με προειλημμένο συμπέρασμα.
Η έκθεση μιλά ατέλειωτα για αποδείξεις και βεβαιότητες,,,.
Κι όμως, αυτό που εντυπωσιάζει περισσότερο είναι η απροθυμία της Επιτροπής να εξετάσει καν μια έρευνα που πραγματικά αναλύει τον αντίκτυπο των lockdown στη θνησιμότητα.
Ως αποτέλεσμα, η μελέτη περιλαμβάνει λάθη θεαματικά και ταυτόχρονα αδικαιολόγητα.
Ας δούμε τον ισχυρισμό ότι τα lockdown του 2020 και 2021 «αναμφίβολα έσωσαν ζωές».
Αυτός ο ισχυρισμός είναι… ανυπεράσπιστος για όποιον έχει έστω μια στοιχειώδη εξοικείωση με τη σχετική ιατρική έρευνα.
Είναι δυνατό να υποστηρίξει κανείς ότι τα lockdown απέτρεψαν κάποιους θανάτους από Covid σε πολύ βραχυπρόθεσμη βάση — αν και υπάρχουν μελέτες που αμφισβητούν ακόμη και αυτό.
Αλλά άλλες έρευνες που δημοσιεύθηκαν σε υψηλού κύρους επιστημονικά περιοδικά για τη συνολική θνησιμότητα, που περιλαμβάνουν και θανάτους που προκλήθηκαν από τα ίδια τα lockdown, δείχνουν ότι τα βρετανικά lockdown στην πραγματικότητα αύξησαν την υπερβάλλουσα θνησιμότητα.
Μια άλλη μεγάλη μελέτη, δημοσιευμένη στο έγκριτο περιοδικό Health Economics, καταλήγει επίσης ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη πως τα lockdown παγκοσμίως έσωσαν ζωές.
Η έκθεση στη συνέχεια ισχυρίζεται ότι αν η Αγγλία είχε μπει σε lockdown μία εβδομάδα νωρίτερα από τις 23 Μαρτίου, οι θάνατοι στο πρώτο κύμα θα είχαν μειωθεί κατά 48% — περίπου κατά 23.000 ζωές.
Αλλά τα στοιχεία δεν στηρίζουν επ’ ουδενί αυτόν τον ισχυρισμό.
Η πιο ολοκληρωμένη μετα-ανάλυση (όπως λέγεται η επεναξέταση των ερευντικών δεδομένων) των lockdown δείχνει ότι, κατά μέσο όρο, μείωσαν τους θανάτους από Covid μόλις κατά λίγο πάνω από 3%, και αυτό χωρίς να υπολογίζει τη μη-Covid θνησιμότητα που προκλήθηκε από τις επιπτώσεις των lockdown.
Η θέση ότι μία επιπλέον εβδομάδα lockdown στην Αγγλία θα είχε μειώσει τους θανάτους σχεδόν στο μισό είναι απλώς απίθανο να ισχύει.
Και στο συγκεκριμένο ζήτημα του χρονισμού, η μελέτη στο Health Economics είναι απολύτως σαφής: «Δεν βρίσκουμε ότι οι χώρες που εφάρμοσαν [μέτρα lockdown] νωρίτερα είχαν χαμηλότερη υπερβάλλουσα θνησιμότητα».
Η έκθεση Module 2 υποστηρίζει επίσης ότι, έως τα μέσα Μαρτίου του 2020, η κυβέρνηση είχε «σαφείς και επιτακτικές εντολές» ότι η εκθετική αύξηση της μετάδοσης θα οδηγούσε σε «απαράδεκτο» επίπεδο θανάτων.
Αυτές οι συμβουλές πράγματι ήρθαν από τα μοντέλα του Imperial College.
Αλλά η έκθεση αποτυγχάνει να αναγνωρίσει ότι οι ίδιοι αυτοί που διαμόρφωσαν τα μοντέλα μετάδοσης του ιού προέβλεπαν επίσης άνευ προηγουμένου απώλειες ζωής στη Σουηδία αν αρνιόταν να επιβάλει lockdown.
Η Σουηδία, η οποία εισήγαγε ορισμένα εθελοντικά μέτρα αλλά αρνήθηκε να επιβάλει lockdown, κατέγραψε τελικά έναν από τους χαμηλότερους δείκτες υπερβάλλουσας θνησιμότητας στη δυτική Ευρώπη.
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η άρνηση της έκθεσης να αντιμετωπίσει τα πλέον τεκμηριωμένα δεδομένα ότι η μετάδοση δεν αυξανόταν εκθετικά πριν από τα lockdown.
Όπως έχει δείξει ο καθηγητής Simon Wood, οι μολύνσεις στην Αγγλία είχαν ήδη αρχίσει να μειώνονται πριν και από τα τρία εθνικά lockdown.
Τουλάχιστον αναγνωρίζει ότι τα lockdown προκάλεσαν τεράστια βλάβη.
Αλλά πουθενά δεν σταθμίζει αυτές τις βλάβες έναντι των υποτιθέμενων οφελών στα οποία επιμένει.
Αυτή η παράλειψη είναι αδικαιολόγητη.
Υπάρχουν ήδη πολλές μελέτες κόστους-οφέλους, από αξιόπιστους οικονομολόγους σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά.
Το συντριπτικό τους συμπέρασμα είναι ότι το κόστος — από την οικονομική ζημιά και την απώλεια στην εκπαίδευσης έως τις διαρραγείσες κοινωνικές σχέσεις και τη ψυχολογική καταπόνηση — υπερβαίνει κατά πολύ οποιαδήποτε πιθανά οφέλη, ακόμη και υπό παραδοχές γενναιόδωρες προς την πλευρά που υποστηρίζει τα lockdown.

Ο Καναδός οικονομολόγος Douglas Allen φτάνει στο σημείο να καταλήγει ότι ο λόγος κόστους-οφέλους είναι τόσο καταστροφικός ώστε «το lockdown θα καταγραφεί ως μία από τις μεγαλύτερες αποτυχίες της δημόσιαςπολιτικής σε καιρό ειρήνης στη σύγχρονη ιστορία».
Ως επιστέγασμα, η έκθεση Module 2 μας διαβεβαιώνει ότι «η Επιτροπή δεν συνηγορεί υπέρ εθνικών lockdown» πριν αμέσως υπαινιχθεί ότι ένα αυστηρότερο lockdown δεν επιβλήθηκε νωρίτερα — μια αντίφαση τόσο έντονη ώστε αγγίζει τα όρια της παρωδίας.
Τα συμπεράσματα της έκθεσης μπορεί να μην είναι έκπληξη, αλλά είναι βαθιά αποκαρδιωτικά.
Υποδηλώνουν όχι μόνο ότι το κατεστημένο απέτυχε να μάθει οτιδήποτε από το καταστροφικό πείραμα των lockdown, αλλά και ότι οι ηγέτες παραμένουν αποφασισμένοι να αποφύγουν την ανάληψη ευθύνης για την οικονομική, εκπαιδευτική και κοινωνική καταστροφή που προκάλεσαν.
www.bankingnews.gr
Καταλήγει — μάλλον προβλέψιμα — ότι θα έπρεπε να είχαν επιβληθεί lockdown νωρίτερα και αυστηρότερα.
Όποιος έχει δώσει προσοχή στους όρους συγκρότησης της Επιτροπής και στην επιλογή των μαρτύρων δύσκολα θα εκπλαγεί από ένα τέτοιο αποτέλεσμα.
Αλλά ακόμη και οι πιο «φανατικοί» υποστηρικτές των lockdown ίσως αναρωτηθούν γιατί θα έπρεπε να κοστίσει πάνω από 200 εκατομμύρια λίρες μία επιτροπή για να καταλήξει σε κάτι που μοιάζει με προειλημμένο συμπέρασμα.
Η έκθεση μιλά ατέλειωτα για αποδείξεις και βεβαιότητες,,,.
Κι όμως, αυτό που εντυπωσιάζει περισσότερο είναι η απροθυμία της Επιτροπής να εξετάσει καν μια έρευνα που πραγματικά αναλύει τον αντίκτυπο των lockdown στη θνησιμότητα.
Ως αποτέλεσμα, η μελέτη περιλαμβάνει λάθη θεαματικά και ταυτόχρονα αδικαιολόγητα.
Ας δούμε τον ισχυρισμό ότι τα lockdown του 2020 και 2021 «αναμφίβολα έσωσαν ζωές».
Αυτός ο ισχυρισμός είναι… ανυπεράσπιστος για όποιον έχει έστω μια στοιχειώδη εξοικείωση με τη σχετική ιατρική έρευνα.
Είναι δυνατό να υποστηρίξει κανείς ότι τα lockdown απέτρεψαν κάποιους θανάτους από Covid σε πολύ βραχυπρόθεσμη βάση — αν και υπάρχουν μελέτες που αμφισβητούν ακόμη και αυτό.
Αλλά άλλες έρευνες που δημοσιεύθηκαν σε υψηλού κύρους επιστημονικά περιοδικά για τη συνολική θνησιμότητα, που περιλαμβάνουν και θανάτους που προκλήθηκαν από τα ίδια τα lockdown, δείχνουν ότι τα βρετανικά lockdown στην πραγματικότητα αύξησαν την υπερβάλλουσα θνησιμότητα.
Μια άλλη μεγάλη μελέτη, δημοσιευμένη στο έγκριτο περιοδικό Health Economics, καταλήγει επίσης ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη πως τα lockdown παγκοσμίως έσωσαν ζωές.
Η έκθεση στη συνέχεια ισχυρίζεται ότι αν η Αγγλία είχε μπει σε lockdown μία εβδομάδα νωρίτερα από τις 23 Μαρτίου, οι θάνατοι στο πρώτο κύμα θα είχαν μειωθεί κατά 48% — περίπου κατά 23.000 ζωές.
Αλλά τα στοιχεία δεν στηρίζουν επ’ ουδενί αυτόν τον ισχυρισμό.
Η πιο ολοκληρωμένη μετα-ανάλυση (όπως λέγεται η επεναξέταση των ερευντικών δεδομένων) των lockdown δείχνει ότι, κατά μέσο όρο, μείωσαν τους θανάτους από Covid μόλις κατά λίγο πάνω από 3%, και αυτό χωρίς να υπολογίζει τη μη-Covid θνησιμότητα που προκλήθηκε από τις επιπτώσεις των lockdown.
Η θέση ότι μία επιπλέον εβδομάδα lockdown στην Αγγλία θα είχε μειώσει τους θανάτους σχεδόν στο μισό είναι απλώς απίθανο να ισχύει.
Και στο συγκεκριμένο ζήτημα του χρονισμού, η μελέτη στο Health Economics είναι απολύτως σαφής: «Δεν βρίσκουμε ότι οι χώρες που εφάρμοσαν [μέτρα lockdown] νωρίτερα είχαν χαμηλότερη υπερβάλλουσα θνησιμότητα».
Η έκθεση Module 2 υποστηρίζει επίσης ότι, έως τα μέσα Μαρτίου του 2020, η κυβέρνηση είχε «σαφείς και επιτακτικές εντολές» ότι η εκθετική αύξηση της μετάδοσης θα οδηγούσε σε «απαράδεκτο» επίπεδο θανάτων.
Αυτές οι συμβουλές πράγματι ήρθαν από τα μοντέλα του Imperial College.
Αλλά η έκθεση αποτυγχάνει να αναγνωρίσει ότι οι ίδιοι αυτοί που διαμόρφωσαν τα μοντέλα μετάδοσης του ιού προέβλεπαν επίσης άνευ προηγουμένου απώλειες ζωής στη Σουηδία αν αρνιόταν να επιβάλει lockdown.
Η Σουηδία, η οποία εισήγαγε ορισμένα εθελοντικά μέτρα αλλά αρνήθηκε να επιβάλει lockdown, κατέγραψε τελικά έναν από τους χαμηλότερους δείκτες υπερβάλλουσας θνησιμότητας στη δυτική Ευρώπη.
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η άρνηση της έκθεσης να αντιμετωπίσει τα πλέον τεκμηριωμένα δεδομένα ότι η μετάδοση δεν αυξανόταν εκθετικά πριν από τα lockdown.
Όπως έχει δείξει ο καθηγητής Simon Wood, οι μολύνσεις στην Αγγλία είχαν ήδη αρχίσει να μειώνονται πριν και από τα τρία εθνικά lockdown.
Τουλάχιστον αναγνωρίζει ότι τα lockdown προκάλεσαν τεράστια βλάβη.
Αλλά πουθενά δεν σταθμίζει αυτές τις βλάβες έναντι των υποτιθέμενων οφελών στα οποία επιμένει.
Αυτή η παράλειψη είναι αδικαιολόγητη.
Υπάρχουν ήδη πολλές μελέτες κόστους-οφέλους, από αξιόπιστους οικονομολόγους σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά.
Το συντριπτικό τους συμπέρασμα είναι ότι το κόστος — από την οικονομική ζημιά και την απώλεια στην εκπαίδευσης έως τις διαρραγείσες κοινωνικές σχέσεις και τη ψυχολογική καταπόνηση — υπερβαίνει κατά πολύ οποιαδήποτε πιθανά οφέλη, ακόμη και υπό παραδοχές γενναιόδωρες προς την πλευρά που υποστηρίζει τα lockdown.
Ο Καναδός οικονομολόγος Douglas Allen φτάνει στο σημείο να καταλήγει ότι ο λόγος κόστους-οφέλους είναι τόσο καταστροφικός ώστε «το lockdown θα καταγραφεί ως μία από τις μεγαλύτερες αποτυχίες της δημόσιαςπολιτικής σε καιρό ειρήνης στη σύγχρονη ιστορία».
Ως επιστέγασμα, η έκθεση Module 2 μας διαβεβαιώνει ότι «η Επιτροπή δεν συνηγορεί υπέρ εθνικών lockdown» πριν αμέσως υπαινιχθεί ότι ένα αυστηρότερο lockdown δεν επιβλήθηκε νωρίτερα — μια αντίφαση τόσο έντονη ώστε αγγίζει τα όρια της παρωδίας.
Τα συμπεράσματα της έκθεσης μπορεί να μην είναι έκπληξη, αλλά είναι βαθιά αποκαρδιωτικά.
Υποδηλώνουν όχι μόνο ότι το κατεστημένο απέτυχε να μάθει οτιδήποτε από το καταστροφικό πείραμα των lockdown, αλλά και ότι οι ηγέτες παραμένουν αποφασισμένοι να αποφύγουν την ανάληψη ευθύνης για την οικονομική, εκπαιδευτική και κοινωνική καταστροφή που προκάλεσαν.
www.bankingnews.gr


0 Σχόλια